Bookmark and Share

Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

A Day in the Life: Μια Μέρα Στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο




Της Κατερίνας Στάμου

Τρίτη πρωί, Απρίλης μήνας, ο καιρός τρελαμένος, η διάθεση ευμετάβλητη. Με τα χέρια στις τσέπες του παλτού μου παίρνω το (μακρύ) δρόμο για το Πανεπιστήμιο. Στην τσάντα μου βρίσκεται ένα κόμικ γουέστερν με πιστολίδια και πολλούς ινδιάνους που μου κρατάει συντροφιά στο μετρό, αφότου παρκάρω το αμάξι μου στο κέντρο. Κατεβαίνω στη στάση Συγγρού-Φιξ και κατευθύνομαι προς τη σχολή. Με το μυαλό μου στον καβαλάρη Τζόναθαν Κάρτλαντ, έρχομαι αντιμέτωπη με τα συνηθισμένα, φοιτητικά ευτράπελα της ελληνικής πραγματικότητας. Χωρίς γαρνιτούρες και με ψυχραιμία είμαι εδώ να σας τα παρουσιάσω:  

Φτάνω στον υπαίθριο χώρο του Παντείου Πανεπιστημίου λίγο πριν τις έντεκα. Η εικόνα κάπως τραγελαφική, δε θυμίζει ιδιαίτερα πανεπιστημιακό campus: μέλη κομματικής παράταξης, καθισμένα σε πάγκους και περιτριγυρισμένα από πολύχρωμες αφίσες που διαφημίζουν, μεταξύ άλλων, τριήμερες εκδρομές και πάρτι σε κλαμπ της παραλιακής, παίζουν στη διαπασών σκυλοτράγουδα και μπιτάκια από τεράστια ηχεία. Ορισμένα, μάλιστα, χορεύουν. Τα παιδιά το διασκεδάζουν. Αναρωτιέμαι αν το γλέντι ακούγεται μέχρι τη βιβλιοθήκη (τρία μέτρα απόσταση) όπου δεκάδες άτομα μελετούν καθημερινά. Σκέφτομαι να κάνω παρατήρηση, αλλά τελευταία στιγμή το μετανιώνω: φεύγω, παίζοντας απογοητευμένη με το χρυσό κρικάκι στο αυτί μου.


Αργοπορημένη, μπαίνω στο μάθημα των έντεκα. Στην τάξη γίνεται κουβέντα για την οικονομική κρίση. Η καθηγήτρια επιμένει στο διάλογο: ποια είναι η γνώμη σας για την τελευταία δημοσκόπηση; Πόσο καλά ενημερωμένοι είναι οι Έλληνες για την κατάσταση της χώρας και την αναγκαιότητα των μέτρων που λαμβάνει η κυβέρνηση; Συμφοιτητές σχολιάζουν, συζητούν, θέτουν αυτονόητα ερωτήματα: τι θ’ απογίνει ένας άνθρωπος όταν του μειωθεί ο μισθός των 700 ευρώ; Πρόκειται περί τεράστιων προβλημάτων. Διατυπώνονται αντιρρήσεις: «Αν δε συμβεί αυτό», λέει η καθηγήτρια, «η χώρα θα χρεοκοπήσει. Οι αντιδράσεις στα νέα μέτρα δείχνουν την έλλειψη κοινωνικής συνείδησης». Εκφράζεται αντίλογος (υπάρχουν κι άλλες έξοδοι για να αποφευχθεί η χρεοκοπία), η κουβέντα συνεχίζεται. Στέκομαι στα λόγια κάποιου, λόγια ειπωμένα με στόμφο: «Στους Έλληνες είναι φυσικό που κακοφαίνεται η μείωση των μισθών, μιας και μέχρι τώρα καλοπερνάγανε: όλα τα μαγαζιά κάθε βράδυ είναι γεμάτα! Δεν έχουν πάρει χαμπάρι από οικονομική κρίση!» Αρκετοί δείχνουν να συμφωνούν πάνω σε αυτό. Thats the stupidity, σκέφτηκα, όπως τραγουδά και ο Solomon, και δεν έβγαλα άχνα.

Το μάθημα τελειώνει με τη συζήτηση μετέωρη σαν τους πλατωνικούς διαλόγους κι εμάς με το νου στο να πιούμε καφέ σαν παραδειγματικές ελληνίδες φοιτήτριες. Από το διπλανό κτίριο ακούγονται δυνατά «υστερικές» ροκ μουσικές. Το φαινόμενο σύνηθες: αίθουσες κάθε τόσο βρίσκονται υπό κατάληψη, για ακατανόητους, ανεξήγητους, μυστηριώδεις λόγους. Οι καταληψίες (συνήθως εξωσχολικοί) στρογγυλοκάθονται συστηματικά στις αίθουσες, βάζουν μουσική στη διαπασών και ψήνουν λουκάνικα. Καμιά φορά φέρνουν μαζί τους και χαριτωμένα κατοικίδια (δεν κάνω πλάκα). Όλα αυτά εκμεταλλευόμενοι την ιερότητα του ασύλου. Οι φοιτητές αρνούμενοι να διαχωρίσουμε την άξεστη συμπεριφορά (κοινώς, καφρίλα!) από τη διεκδίκηση αιτημάτων, κινδυνεύουμε, πιστεύω, να χάσουμε ό, τι πολυτιμότερο μας ανήκει.  

Πίνω ήρεμα τον καφέ μου, χαζολογάω, τεντώνομαι στον καναπέ. Το καφέ γεμάτο από φοιτητές και καθηγητές, το μάτι μου παίρνει πρέφα λογής- λογής ενδιαφέροντα βιβλία: Φουκώ, Μπάτλερ και δε συμμαζεύεται. Πληρώνω, φεύγω. Τρέχω να προλάβω το μάθημα των δύο. Ανεβαίνοντας τα σκαλιά, διακρίνω σε τοιχοκολλημένες αφίσες παρατάξεων να αναγράφονται αποφθέγματα σπουδαίων λογοτεχνών. Όντας ευαίσθητη σε τέτοια θέματα, εύχομαι οι «οπαδοί» να άφηναν τον κακομοίρη τον Μπρεχτ στην ησυχία του. Πάντα αντιπαθούσα την οικειοποίηση φράσεων από ομάδες, πάντα αντιπαθούσα και τις ίδιες τις ομάδες -πόσο μάλλον όταν αυτές αποτελούνται από εικοσάχρονα παιδιά που θα έπρεπε να είχαν το μυαλό τους σε άλλα πράγματα, μακριά από την κάθε μορφής ένταξη. Ωστόσο, δε μου πέφτει κανένας λόγος: ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφραστεί όπως θέλει -όλοι μπορούμε να μιλήσουμε για «επανάσταση». Όπως λένε και οι Beatles: “We all want to change the world”.

Στην αίθουσα, παρατηρώ τους φοιτητές: παιδιά (μερικά με πολύ συμπαθητικά, αγαθά πρόσωπα) με φοιτητική ζωή δύο χρόνων, τριών χρόνων, τεσσάρων, δεκατεσσάρων. Τι είναι η φοιτητική ζωή στην Ελλάδα; Σε δημόσιο επίπεδο είναι το πρόγραμμα διδασκαλίας που παραπαίει, τα αμφιθέατρα με τα ετοιμόρροπα θρανία, η μάθηση που είναι «διάβασμα» και όχι «μελέτη», οι καθηγητές που στο σύνολό τους είναι κουρασμένοι και συχνά ασυνεπείς, οι φοιτητές που είναι αδιάφοροι ή πιόνια των κομμάτων, κινδυνεύοντας να παραδοθούν σε αυτό που πολύ εύστοχα ο Τσαγκαρουσιάνος αποκάλεσε (αναφερόμενος σε άλλο θέμα, ωστόσο) «σκύλευση της νιότης». Δε βλέπω πουθενά σχεδόν αθώα, τρυφερά, νεανικά όνειρα, σχεδιασμένα απ’ το σφρίγος της αίσθησης παντοδυναμίας για την οποία υποτίθεται ότι διακρίνονται τα νιάτα. Βλέπω μονάχα τσάντες Louis Vuitton, εξεζητημένες στιλιστικές εμμονές (ένδειξη ανησυχητικής εσωτερικής κενότητας κι ανασφάλειας) , κακόγουστα συνθήματα στους τοίχους (τα οποία ορισμένοι τα συγκρίνουν με το κίνημα του Μάη του ’68!), πολλά τσιγάρα (τις περισσότερες φορές χωρίς να υπάρχει λόγος) και αγαρμποσύνη στη νοοτροπία, πράγμα που μου θυμίζει τους τωρινούς μεσήλικες, τους φορτωμένους με λάθη που τους κάνουν να αγκομαχούν. Και μερικά ενδιαφέροντα βιβλία σαν εκείνα που πρόσεξα το μεσημέρι στο καφέ… των οποίων όμως άραγε γίνεται πράξη ποτέ η ουσία του περιεχομένου τους;

Δεν ξέρω αν φταίει η χώρα, η ανθρώπινη φύση ή εγώ η ίδια, αλλά ανέκαθεν αναρωτιόμουν το ίδιο πράγμα με τη Μαφάλντα, τότε που κοιτούσε τον ουρανό και σκεφτόταν το σύμπαν, τους πλανήτες και τους ιπτάμενους δίσκους:  «Μα γιατί με τόσους κόσμους εξελιγμένους, ΕΓΩ να γεννηθώ Σ’ ΑΥΤΟΝ ΕΔΩ;;;» Για να παρηγορηθώ, κλείνομαι στο καβούκι μου: μέσα στο μικρόκοσμό μου που συντηρώ με πείσμα και ευλάβεια, παίρνω ένα cd από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου, το βάζω στην υποδοχή και επιλέγω ένα κομμάτι: είναι το A Day In The Life των Beatles. Η ασήμαντη ζωή μου χωρά ανεκτίμητης αξίας πράγματα. Από την πρώτη κιόλας νότα, η δυσαρέσκεια μου έχει παρέλθει, κι εγώ, με ανακούφιση και δέος, μπορώ επιτέλους ν’ ανασάνω υποστηριζόμενη από κάτι που με εξυψώνει, νιώθοντας σαν στο σπίτι μου.

Σχετικά Άρθρα

Related Posts with Thumbnails