Bookmark and Share

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009

Πρόσωπα: Γιάννης Σαρακατσάνης, AbOvo


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ
Πολύ συχνά ίσως περνούν από το μυαλό μας σκέψεις όπως «τρίζουν τα κόκκαλα των προγόνων μας!» ή αναρωτιόμαστε «τι θα έλεγαν άραγε οι πρωτοστάτες της δημοκρατίας και δημιουργοί του σπουδαίου ελληνικού πολιτισμού αν επέστρεφαν και αντίκριζαν τη σύγχρονη Ελλάδα?».

Τέτοιου είδους απορίες έρχονται να μας λύσουν οι Abovo. Με αφορμή τη πώληση της Ακρόπολης από την κυβέρνηση στους παπάδες για να τη μετατρέψουν σε καζίνο, χτίζουν με εργαλεία τους το χιούμορ και τη σάτιρα μία σειρά περιστατικών με πρωταγωνιστές νεοέλληνες διαφόρων ηλικιών, επαγγελμάτων, φορέων εξουσίας. Πρόκειται για σκηνές που σε όλους μας λίγο πολύ θυμίζουν κάτι.

Οι Abovo επιστρέφουν με το «Μαμά Ελλάδα 2» έχοντας ίσως ως τελικό σκοπό το ξύπνημα «κάποιων άλλων», εκτός από το ξύπνημα των αρχαίων. Η συνέχεια επί της σκηνής…

Εμείς συναντήσαμε το Γιάννη Σαρακατσάνη στο θέατρο Χώρα, και μας μίλησε για την παράσταση και για το θέατρο εν γένει.

> Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία νέα μορφή θεάτρου στην Ελλάδα όπου θεατρικές ομάδες νέων ηθοποιών, όπως εσείς, εκτός από το υποκριτικό κομμάτι της παράστασης αναλαμβάνουν και άλλους τομείς της δημιουργίας της και κυρίως τα κείμενα. Πώς λειτουργούν οι Αbovo πάνω σε αυτό;
Εμείς κατʼ αρχάς αυτό το κάναμε από ανάγκη. Δηλαδή όταν ξεκινήσαμε και κάναμε την πρώτη μας παράσταση δεν είχαμε ούτε την οικονομική δυνατότητα ούτε την τεχνογνωσία να κάνουμε κάτι μεγάλο, οπότε το κάναμε όλο αυτό μόνοι μας. Σε κάποια πράγματα δηλαδή έγινε γιατί δεν είχαμε άλλους να μας το κάνουν π.χ. τα φώτα στην πρώτη μας παράσταση. Όσον αφορά το κείμενο είναι κάτι που θέλουμε να συνεχίσουμε να το κάνουμε εμείς. Δηλαδή έτσι όπως είμαστε τώρα, τα φώτα τα αναθέτουμε σε ανθρώπους που ξέρουν να κάνουν φώτα, τη μουσική σε ανθρώπους που ξέρουν να κάνουν μουσική αλλά το κείμενο της παράστασης ειδικά είναι κάτι που θέλουμε να το διατηρήσουμε γιατί μας ενδιαφέρει η παράσταση να είναι κάτι που θέλουμε να πούμε εμείς και το οποίο πιστεύω ότι λείπει γενικότερα από το θέατρο.
Για κάποιο λόγο, ενώ στο σινεμά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, στο θέατρο τα έργα είναι παλιά, ανεβάζουν το «τάδε» έργο του «τάδε» συγγραφέα, που έχει ανέβει 100 φορές, χωρίς να είναι κακό αυτό. Απλά τα αντιμετωπίζουμε σαν να είναι όλα ιδιαίτερα κλασικά κείμενα τα οποία οφείλουμε να ανεβάζουμε και να ξανανεβάζουμε. Έχει ξεχαστεί λίγο το ότι υπάρχουν και καινούργια κείμενα. Ενώ στο σινεμά βλέπεις το σκηνοθέτη ο οποίος κάνει το σενάριο και γυρίζει ο ίδιος και την ταινία, υπάρχει δηλαδή μία πιο συγκεκριμένη δημιουργική διαδικασία την οποία εμείς θέλουμε να κάνουμε.


> Πιστεύεις ότι αυτό έχει απήχηση στο ελληνικό θεατρικό κοινό;
Έτσι όπως το κάνουμε εμείς φαίνεται να έχει απήχηση, τουλάχιστον στους νέους, με την έννοια ότι έχουμε ένα κείμενο σε μία γλώσσα σύγχρονη, την οποία μιλάμε εμείς οι νέοι και όχι μία παλαιότερη γλώσσα που ακούγεται παράξενη ή μία γλώσσα μεταφρασμένη από τα αγγλικά. Κάτι τέτοιο κάνει την παράσταση να φαίνεται πιο αληθινή. Βέβαια το ελληνικό θεατρόφιλο κοινό είναι μικρό. Ο κόσμος δεν πάει θέατρο στην Ελλάδα, ειδικότερα οι νέοι. Δεν είναι από τις πρώτες επιλογές που θα σκεφτεί κάποιος από το ευρύτερο κοινό να πάει και αυτοί που πάνε, το κάνουν είτε επειδή παίζει κάποιος φίλος τους ή κάποιο τηλεοπτικό πρόσωπο είτε επειδή έχουν ακούσει από κάπου για την παράσταση. Υπάρχει και το θεατρόφιλο κοινό βέβαια, οι οποίοι πάνε παντού, διαβάζουν Αθηνόραμα σαν να είναι το ευαγγέλιο τους και διαλέγουν τις παραστάσεις κλπ.

> Δεν είναι και θέμα παιδείας το να αποκτήσουμε τη συνήθεια να πηγαίνουμε θέατρο;
Φυσικά. Που μάθαμε για το θέατρο; Για παράδειγμα, είναι βασικό όταν μεγαλώνει ένα παιδί να έχει στο σχολείο του θεατρική ομάδα. Βέβαια από την άλλη πλευρά, δικαιολογείται η μικρή προσέλευση του κοινού στα θέατρα. Γιατί όταν έχουμε 100.000 ανθρώπους που πάνε θέατρο και 400 παραστάσεις που ανεβαίνουν το χρόνο, υπάρχει μία υπερπροσφορά που σίγουρα θα έχει αντίκτυπο και στην ποιότητα. Δεν μπορούν δηλαδή και οι 400 παραστάσεις να είναι καλές. Κατά τη γνώμη μου 300 δεν είναι καλές. Δεν θέλω να πω κακία ή μεγάλη κουβέντα.
Επίσης κάτι που συμβαίνει στο θέατρο σε αντίθεση με το σινεμά, σύμφωνα με την άποψη του Μπρουκ που διάβασα σε μία συνέντευξη, είναι το εξής: το κακό σινεμά βλέπεται (χάρη στο μοντάζ, στην αλλαγή σκηνών κ.α.) και μπορεί να ανανεώνει συνεχώς το ενδιαφέρον του θεατή ακόμα και αν δεν είναι καλή η ταινία. Στο θέατρο όμως δεν υπάρχει αυτή η πολυτέλεια και ενώ μπορεί μία ταινία να είναι κατά 70% πετυχημένη και να βλέπεται, μία θεατρική παράσταση μπορεί να είναι κατά 70% πετυχημένη και να μη βλέπεται. Παρʼ όλο που μπορεί να είναι πολύ καλή δουλειά και να έχει ωραίες ερμηνείες μπορεί να μην έχει δέσει ο ρυθμός της, να μην έχει πετύχει η παράσταση και να γίνεται βαρετή. Αυτό είναι το πρόβλημα με το θέατρο. Δεν μπορείς να ανανεώσεις το ενδιαφέρον του θεατή αν το χάσεις. Δεν γίνεται εύκολα αυτό... Με αποτέλεσμα, ενώ μπορείς να έχεις το ίδιο καλούς συντελεστές σε μία παράσταση και σε μία ταινία και να πετύχουν ένα παρόμοιο αποτέλεσμα, η ταινία να βλέπεται (τουλάχιστον ευχάριστα) ενώ στο θέατρο να καταντάει ανυπόφορο να βλέπεις την παράσταση. Κακές ταινίες βλέπουμε εύκολα συνέχεια.
Επίσης το θέατρο είναι και πιο ακριβό. Στις περισσότερες παραστάσεις το κανονικό εισιτήριο κοστίζει 20, 25 μέχρι και 40 ευρώ σε κάποιες. Το θέμα είναι ότι στο θέατρο συμβαίνει κάτι ανάμεσα στην παράσταση και στο θεατή, το οποίο δεν πρόκειται να συμβεί στο σινεμά ποτέ. Ο θεατής καταλαβαίνει ότι εκείνη τη στιγμή επηρεάζει αυτό που συμβαίνει. Αυτό φαίνεται πιο πολύ σε κάποιες παραστάσεις απʼ ότι σε κάποιες άλλες. Έχει να κάνει και με το θέμα. Στις κωμωδίες το καταλαβαίνεις αυτό πιο πολύ. Γιατί γελάς και αυτό το εισπράττει ο ηθοποιός άμεσα. Όταν όμως εγώ ως θεατής συνειδητοποιώ ότι με την παρουσία μου επηρεάζω την παράσταση, αισθάνομαι ότι αξίζουν τα χρήματα που έδωσα παραπάνω, είναι άλλη εμπειρία.



> Θεωρείς λοιπόν ότι οι νέοι ηθοποιοί είναι καλό να πάρουν από μόνοι τους την πρωτοβουλία και να ξεκινήσουν να δημιουργούν αποκλειστικά κάτι δικό τους, στηριζόμενοι στις δυνάμεις τους;
Βέβαια, αφού κι εμείς αυτό κάνουμε. Αυτό που βλέπω είναι ότι χρειάζεται μία καλλιτεχνική ανησυχία με την έννοια της δημιουργικότητας. Γιατί καλλιτεχνική ανησυχία είναι το να παίξεις ένα ρόλο αλλά δεν αρκεί για να κάνεις παράσταση. Πρέπει να έχεις και κάτι παραπάνω. Δηλαδή, όλοι όσοι είμαστε στις δραματικές σχολές και βλέπουμε αυτό το βουνό που είναι μπροστά μας μετά στο ελληνικό θέατρο, τρομοκρατούμαστε και η δημιουργία μιας ομάδας είναι η πρώτη σκέψη. Εκεί αισθάνεσαι μία ασφάλεια, είσαι με ανθρώπους που ξέρεις, του ίδιου επιπέδου και της ίδιας δουλειάς. Κάποιες ομάδες σταματάνε εκεί και κάποιες συνεχίζουν.
Αυτό που πιστεύω ότι κάνει τη διαφορά είναι να υπάρχει μία πρόθεση, ένας αληθινός καλλιτεχνικός στόχος, να θες να πεις κάτι και όχι απλά να κάνεις μια παράσταση. Εμείς ως ομάδα όποτε κάναμε παράσταση που θέλαμε να πούμε κάτι ήταν καλή παράσταση, ενώ όποτε κάναμε παράσταση απλά για να κάνουμε παράσταση δεν ήταν καλή. Και το νιώσαμε αυτό και το καταλάβαμε. Και όταν είσαι νέος, το να εκφράσεις κάτι μέσα από την παράσταση γίνεται πιο έντονο.
Όταν για παράδειγμα ένας σκηνοθέτης ο οποίος είναι 60 χρονών και έμπειρος, μπορεί να κάνει και κάποια δουλειά χωρίς να λέει και πολλά πράγματα και να είναι μια χαρά. Ένας νέος όμως δεν μπορεί να το κάνει αυτό γιατί δεν έχει την πείρα. Ο μόνος τρόπος για να νικήσει την απειρία του είναι να έχει ένα όραμα. Και για να αναφέρω το δικό μας παράδειγμα, η πρώτη μας παράσταση , το «Εκεί εκεί στην κόλαση» , που για νέα ομάδα αντικειμενικά ήταν μία επιτυχία, πέτυχε γιατί υπήρχε στόχος. Επειδή θέλαμε να πούμε κάτι πολύ συγκεκριμένο για τη θρησκεία, για την ηθική, για τον εαυτό μας απέναντι σε αυτό το πράγμα. Ενώ το «Μαμά Ελλάδα» που ήταν μία συγγραφή κειμένων που την κάναμε χωρίς ιδιαίτερο όραμα απέτυχε και το πληρώσαμε. Μετά όμως έγιναν τα γεγονότα του Δεκέμβρη τα οποία μας επηρέασαν και μέσα από αυτά φτιάξαμε το «Μαμά Ελλάδα 2» που θέλαμε να πούμε κάτι, και πέτυχε. Είναι κανόνας.


> Πώς έγινε η σύλληψη της ιδέας της παράστασής σας όσον αφορά το «ξύπνημα» των αρχαίων και την απογοήτευσή τους όταν αντικρίζουν την κατάσταση της σύγχρονης Ελλάδας;
Στη δουλειά που κάναμε στο «Μαμά Ελλάδα» και «Μαμά Ελλάδα 2» είδαμε ότι στην Ελλάδα επικρατεί μία σχιζοφρενική κατάσταση μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος. Υπάρχει το αρχαίο παρελθόν από τη μια πλευρά, το οποίο είναι συγχρόνως ένδοξο και καταπιεστικό, και ένα μέλλον το οποίο δεν μπορεί να αναπνεύσει αυτή τη στιγμή και πνίγεται από τις επιταγές αυτού του παρελθόντος. Το παρελθόν εκπροσωπείται με δύο τρόπους στην παράσταση. Από τη μία έχουμε τους αρχαίους, οι οποίοι είναι φαντάσματα και βγαίνουν από τους τάφους και βλέπουν κάτι διαφορετικό στη σύγχρονη Ελλάδα και ότι δεν τους ανήκει τίποτα πλέον. Έρχονται στην παράσταση σαν να τους ανήκουν όλα αλλά στην πραγματικότητα δεν τους ανήκει τίποτα, είναι σαν να είναι άλλη χώρα. Έχουν όλα αλλάξει πάρα πολύ.
Από την άλλη έχουμε το άμεσο παρελθόν μας, το χθές. Είναι αυτή η διεφθαρμένη Ελλάδα, όπου εμείς οι νέοι προσπαθούμε να κάνουμε κάτι καινούργιο αλλά συνεχώς συναντάμε ανθρώπους στην ηλικία των γονιών μας ή και τους ίδιους τους γονείς μας, τα αφεντικά μας κλπ που μας διαφθείρουν και μας περνάνε τη νοοτροπία του «έλα μωρέ στην Ελλάδα βρίσκεσαι, τι πειράζει;». Στην παράσταση αυτό υπάρχει σε τουλάχιστον 4 διαφορετικά σημεία, όπου ο παλιός διαφθείρει το νέο.


> Στην παράσταση χρησιμοποιείτε το χιούμορ και τη σάτιρα προβάλλοντας προβληματικές καταστάσεις που συναντάμε στη σύγχρονη Ελλάδα. Πού αποσκοπείτε με αυτό;
Κατʼ αρχάς ο λόγος που τα δείχνουμε όλα αυτά με χιούμορ είναι γιατί ουσιαστικά αυτό που θέλουμε να κάνουμε μέσω της παράστασης είναι να κράξουμε. Θέλουμε να κράξουμε τους θεατές και να τους πούμε «μην κατηγορείτε τους πολιτικούς, τους δημοσιογράφους, τους μπάτσους, τους αναρχικούς, τους παπάδες, τους αρχαίους κλπ. Εσείς φταίτε. Εμείς φταίμε.» Πρέπει να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Αλλά αν αυτό το πεις έτσι είναι κάτι το οποίο το έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές, είναι διδακτικό, και βαριόμαστε να το ακούσουμε. Αν το πεις όμως με χιούμορ ο άλλος γελάει, γελώντας χαλαρώνει και εκεί που δεν προσέχει γιατί γελάει του περνάς το μήνυμα.

> Και στο τέλος της παράστασης δεν φαίνεται κυρίως το ζήτημα αυτό των ευθυνών μας και το γεγονός ότι επαναπαυόμαστε;
Ακριβώς. Τι έγινε τελικά; Στην παράστασή μας υπάρχει πολύ ο περσινός Δεκέμβρης. Ενώ σοκαριστήκαμε όλοι με τα γεγονότα, μόλις αρχίσαμε να ξεπερνάμε το σοκ μετά από 1-2 εβδομάδες, το μόνο που μας ενδιέφερε ήταν να βρούμε ένα φταίχτη για να ξεμπερδεύουμε. Κάποιοι επέλεξαν τους νέους, κάποιοι επέλεξαν τους μπάτσους, κάποιοι τους πολιτικούς και μετά ηρεμίσανε. Αν συνεχίζαμε την διαδικασία θα κάναμε τον κύκλο και επειδή καταλαβαίνουμε ότι κάποια στιγμή ο κύκλος θα φτάσει στον εμάς, τον κόβουμε από νωρίς. Γιατί τότε θα πούμε: «τον μπάτσο τον έβαλε ο πολιτικός, τον πολιτικό ποιός τον ψήφισε;». Και αν φτάσουμε στον εαυτό μας θα σκεφτούμε: «άρα την επόμενη φορά πρέπει να προσέξω τι θα ψηφίσω, άρα πρέπει ένα μήνα πριν να διαβάσω τα προγράμματα των κομμάτων, άρα πρέπει να πάω σε συζητήσεις, άρα πρέπει να ασχοληθώ. Δεν έχω χρόνο να ασχοληθώ γιατί πρέπει να πάω στο ΙΚΕΑ να πάρω τη βιβλιοθήκη και τον καναπέ γιατί το βράδυ θα έρθουν οι φίλοι μου για να φάμε πίτσα.» Κάπως έτσι πάει.


> Γιʼ αυτό και στην παράσταση σας τόσο έντονο το στοιχείο του ΙΚΕΑ;
Ναι, στη παράστασή μας τα έπιπλα ΙΚΕΑ ξεχωρίζουν πολύ έντονα. Γενικά στις παραστάσεις νέων ομάδων θα δεις έναν ΙΚΕΑ καναπέ, επειδή έχει φθηνούς καναπέδες, αλλά στη δικιά μας ίσως ήταν η μόνη περίπτωση που έπρεπε να είναι ΙΚΕΑ. Έπρεπε να είναι φθηνός ΙΚΕΑ καναπές. Γιατί έχει και αυτή την ομοιομορφία το ΙΚΕΑ. Μπαίνεις σε ένα σπίτι και όλα είναι ΙΚΕΑ. Και τελικά είμαστε όλοι ίδιοι.

> Αν φανταστούμε ότι η Ελλάδα ήταν όντως μαμά και οι Abovo ένα από τα παιδιά της, πες μας κάτι απλό που θα έκαναν γιʼ αυτή.
Πιστεύω ότι αυτή η παράσταση είναι μία πολιτική πράξη από την πλευρά της ομάδας μας. Είναι κάτι το οποίο το φτιάξαμε συνειδητά. Δηλαδή όταν το Δεκέμβρη καιγόταν η Αθήνα και γίνονταν οι πορείες σκεφτήκαμε «Μήπως εμείς οφείλουμε να λειτουργήσουμε στο χώρο μας; Έχουμε ένα βήμα, έχουμε θέατρο, κοινό. Εκεί θα μιλήσουμε, θα είμαστε πιο αποτελεσματικοί». Στην πορεία θα είμαστε ένας από τους 5.000-10.000 αλλά στο θέατρο θα έρθουν 100 άνθρωποι και θα μας ακούσουν. Άρα οφείλαμε να κάνουμε κάτι για το καλό της Μαμάς Ελλάδας όχι με την έννοια της πατρίδας, αλλά με την έννοια του σπιτιού στο οποίο μένουμε. Δηλαδή αν χαλάσει το σπίτι μας, θα πέσει να μας χτυπήσει. Ό,τι και αν είναι αυτό. Και αυτό δεν είναι ούτε εθνικιστικό, ούτε πατριωτικό αλλά είναι πρακτικό. Λέγαμε ότι καθόμαστε και κράζουμε την Ελλάδα. Είναι όντως χάλια, ειδικά αν έχεις πάει να ζήσεις στο εξωτερικό το καταλαβαίνεις πιο έντονα. Και τότε τί κάνεις; Κάθεσαι και κράζεις σε όλη σου τη ζωή; Αν δεν σου αρέσει ή θα κάνεις κάτι να φτιάξεις την κατάσταση ή θα φύγεις. Αλλιώς είσαι βλάκας. Είσαι βλάκας να κάθεσαι να κράζεις τη χώρα την οποία μένεις. Πριονίζεις τα θεμέλια του σπιτιού στο οποίο μένεις και συγχρόνως προσπαθείς να μείνεις σε αυτό; Ή θα τα φτιάξεις ή θα φύγεις.
Οπότε εμείς με τον τρόπο που ξέρουμε προσπαθούμε να βελτιώσουμε αυτή την κατάσταση. Προσπαθούμε να πούμε στους 100 θεατές της κάθε παράστασης «Μήπως μπορούμε να κάνουμε όλοι κάτι;». Πιστεύω βέβαια ότι το σημαντικότερο πράγμα είναι η παιδεία, οπότε τα αποτελέσματα των προσπαθειών που γίνονται είναι μακροπρόθεσμα. Αν έχεις τη σωστή παιδεία όλα τα άλλα διορθώνονται. Η παιδεία της οικογένειας και του σχολείου είναι το βασικό συμβόλαιο του κάθε πολίτη με τη χώρα του. Αν εκεί του τα πεις σωστά θα τα φτιάξει τα υπόλοιπα. Να πω ένα παράδειγμα για τον τρόπο που δουλεύουμε, σχετικά με αυτό. Έχουμε την ιδέα για ένα κομμάτι που θέλουμε να βάλλουμε στην παράσταση και λέμε ότι θα έχει κάποιους χαρακτήρες. Μοιράζουμε τους χαρακτήρες και τους φτιάχνουμε. Αν φτιάξουμε τους χαρακτήρες καλά και ζωντανέψουν, μετά στην πρόβα τους βάζουμε να αλληλεπιδράσουν και όλα είναι σωστά, γιατί τους έχεις φτιάξει σωστά. Φτιάχνεις λοιπόν μία σωστή ρίζα, που είναι η παιδεία, ώστε μετά να έχουν ένα σωστό πνεύμα οι άνθρωποι για το τί πρέπει να κάνουν.


> Κατά πόσο είναι εύκολο μία ανεξάρτητη ομάδα νέων ηθοποιών που εισέρχεται πρώτη φορά στο θεατρικό χώρο να μπορέσει να «επιβιώσει»;
Όταν εμείς ξεκινήσαμε ως ομάδα οι άλλοι γελάγανε γιατί μας έλεγαν «θέατρο έχεις; λεφτά έχεις;» και η απάντηση ήταν όχι. Για να γίνεις όμως «κάποιος» πρέπει να κάνεις κάτι, να ξεκινήσεις από κάπου. Όλοι οι μεγάλοι σου χαλάνε τα όνειρα, λένε ότι στην Ελλάδα δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Αυτό είναι το χειρότερο. Το μόνο σίγουρο για να μην αλλάξει ποτέ η Ελλάδα είναι να απογοητεύεις τους ανθρώπους που θέλουν να κάνουν κάτι. Επικρατεί η αίσθηση ότι τίποτε δεν γίνεται, επειδή είμαστε στην Ελλάδα. Και εμένα μου λέγανε ότι δεν θα κάνουμε τίποτα γιατί λειτουργούν όλα με κυκλώματα. Εμείς έχουμε καταφέρει και επιβιώνουμε 4 χρόνια, ελπίζω να βελτιωθούμε στο μέλλον. Και τα καταφέραμε μόνοι μας. Είμαι πολύ περήφανος για αυτά που έχουμε καταφέρει αυτά τα χρόνια ως ομάδα, μόνοι μας. Και αφού μπορούμε να το κάνουμε εμείς μπορεί να το κάνει οποιοσδήποτε. Ούτε μέσο είχαμε, ούτε γνωστούς. Νομίζω ότι έτσι λειτουργούν καλύτερα τα πράγματα, στα πλαίσια μιας «οικογένειας». Δηλαδή εμείς τώρα είμαστε μία οικογένεια. Όσοι ήρθαν και συμμετέχουν στην ομάδα το έκαναν από αγάπη. Άνθρωποι που τους άρεσε αυτό που είδαν μας γνωρίσανε, γίναμε φίλοι και έτσι ο καθένας προσφέρει κάτι προκειμένου να γίνει αυτό το πράγμα μεγάλο κάποια στιγμή. Και ακριβώς επειδή είμαστε οικογένεια μπορούμε να βασιστούμε σε αυτό. Και αυτό σου δίνει μία αξία που δεν μετριέται. Δεν είναι ούτε χρήματα, ούτε πτυχία. Αν ο άλλος αγαπάει, τα πράγματα είναι πιο καλά.

H παράσταση των Αbovo «Μαμά Ελλάδα 2» παίζεται στο θέατρο ΧΩΡΑ κάθε Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη.

Δεκέμβριος 2009
www.exitmag.tk

5 σχόλια:

Theios είπε...

*****
Πέντε αστεράκια στην παράσταση, και στο Γιάννη για τις απόψεις του!

:)

[Μπράβο ρε Αλίκη στάρ!]

Ανώνυμος είπε...

Συνιστώ ανεπιφύλακτα την παράσταση αυτή!Μου την είχαν προτείνει και τώρα την προτείνω και θα την προτείνω και όχι μόνο αυτή τους τη δουλειά αλλά και κάθε τους δουλειά επειδή είναι μια θεατρική ομάδα που το λέει η ψυχή τους (φαίνεται και απο τη συνέντευξη άλλωστε)!Μου το απέδειξαν περίτρανα και σήμερα που τους παρακολούθησα!Φιλικό περιβάλλον,οικονομικά εισιτήρια,κουβέντα με τους ηθοποιούς και κρασί!

Katerina (^_^) είπε...

Εξαιρετικές οι απόψεις του Σαρακατσάνη, πολύ ποιοτικές και εύστοχες οι ερωτήσεις της Αλίκης!
Αλικάκι, Αλικάρα, Αlice... BRAVO!!! [με τον τόνο στο "Ο" για να είναι αλά γαλλικά ;-) ]

:):):):):):)

Ανώνυμος είπε...

πι.ες

Μπράβο Αλίκη!:):):)

Ανώνυμος είπε...

Η συνεντευξη ειναι πολυ καλη και μπραβο!!Η παρασταση ομως της ομαδας ειναι πολυ μετρια...

Σχετικά Άρθρα

Related Posts with Thumbnails